Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

ΠΕΡΣΕΦΟΝΕΙΑ ΝΑΡΚΗ

  
ο ήλιος νικάει το φόβο
κι έτσι η χειμερία νάρκη του φόβου είναι πάντα καλοκαιρινή

οι υμνητές του ίσως αγαπούν την άνοιξη
οι αγωνιστές του τώρα θεριεύουν το καλοκαίρι
οι δύο εποχές έχουν μία μόνο διαφορά
από τους οπαδούς τους ετεροπροσδιοριζόμενη

για να πεις άνοιξη αρκεί να κρατήσεις τα χείλη σου ανοιχτά
για να έρθει η άνοιξη αρκεί να μυρίσεις τις νεραντζιές
μαγικά νεράντζια φυτρώνουν παντού σε πόλεις και σε στρατόπεδα
αγαπούν καταπώς φαίνεται την ένωση με το τσιμέντο
και ύστερα τη νίκη τους επ’ αυτού

για να πεις καλοκαίρι αρκεί το κορμί σου να βουτήξει στο ιώδιο
με μόνη επιθυμία να κλείσει τις πληγές του ψύχους, του έρωτα και της βραχνάδας
για να έρθει το καλοκαίρι αρκεί μια ανεπαίσθητη αλλαγή στο πράσινο του θαλασσινού νερού

μια αλλαγή που θα τη δουν μόνο
η τελευταία ακτίνα του ήλιου
ένα κοράκι
και το πρώτο αστέρι που φέρνει τη νύχτα
κι ίσως και κάποιος ποιητής που θάλασσα ποτέ δεν είδε

–μην απορείς που λέω τα νερά πράσινα
και όχι γαλάζια
δεν εμπιστεύομαι ούτε τα μάτια μου
ούτε τον ηρωικό τους αστιγματισμό
στη χώρα του μυαλού μου είμαστε όλοι δαλτονικοί
και εξάλλου αναρχία είναι η τάξη και η ασφάλεια των χρωμάτων–

επιμένουμε να κομματιάζουμε τα χρόνια σε εποχές
προσπαθούμε να ξεχάσουμε
πως το κομμάτιασμα, το ξεκοίλιασμα και οι διαχωριστικές γραμμές του χρόνου
έργο της πιο αιματοβαμμένης ασθένειας είναι
άλλοι την είπαν έρωτα
άλλη Περσεφόνη
άλλη πληγή που δεν την έψησε το ιώδιο

και τη λέω αιματοβαμμένη
γιατί κάθε μήνα οι γυναίκες θρηνούν και αιμορραγούν
για τα παιδιά που δεν γέννησαν

όλοι οι έρωτες της πόλης μας
κείτονται στους υπονόμους της
γι’ αυτό οι αρουραίοι είναι ζώα ερωτικά και σαρκοβόρα

όταν οι νύχτες μεγαλώνουν
δεν επιθυμούμε να ανοίγουμε πολύ το στόμα
τα σύμφωνα του αλφάβητου είναι η μπότα του κατακτητή

τι κάνεις
πώς είσαι
τα νέα σου
φθινόπωρο
είναι η απάντηση σε όλα

και όταν πια λυγίσουμε από το κρύο
κλείνουμε το φόβο μας σε λέξεις κούφιες και αδιάφορες

τι έχεις
χειμώνας


κι ύστερα πάλι όλα από την αρχή
μέχρι να καταλάβουμε πως του Κορνάρου τα λόγια
δεν είναι στίχος αλλά Προφητεία

αλλά την ώρα που καταλαβαίνουμε
πως η καμπύλη του χωροχρόνου χωράει εντός της
     και τα αστέρια και τη Φυσική και τους θεούς
ακούμε ήδη τις φτυαριές
πέφτουν πάνω μας στεφάνια με μωβ αφιερώσεις

αν κατηγορώ τον καπιταλισμό για κάτι
είναι που πρέπει να πληρώσεις για να θάψεις και να θαφτείς

στην κοινωνία των ονείρων μου
κηδείες και γέννες δημοσία δαπάνη θα τελούνται
και θα συνοδεύονται πάντα από τραγούδια

πάντα πίστευα στα τραγούδια πιότερο από ό,τι στα λόγια
ο ρυθμός πήγαινε πάντα την ανθρωπότητα μπροστά

οι χοροί μας έφεραν πιο κοντά στην ανακούφιση και τη χαρά της θνητότητας
οι παρελάσεις μας έφεραν πιο κοντά στη φρίκη της πολεμικής αθανασίας

μνημεία να χτίσουμε για τους τροβαδούρους
τους ακκορντεονίστες της Ομόνοιας
τα παιδιά των Ρομά που τραγουδάνε τα κάλαντα δώδεκα μήνες το χρόνο

κατεβάστε τις σημαίες
υψώστε τις κιθάρες

θυμόμαστε πάντα εν τιμή στρατηγούς εθνοσωτήρες
που οδήγησαν τους γιους μας σε ξένο θάνατο στα βουνά της αλβανίας
και λησμονάμε πάντα τους ραψωδούς με τα μακριά μαλλιά
που χάρισαν στις κόρες μας τα δάκρυα της άνοιξης δεκέμβρη μήνα

αφότου εμφανίστηκαν στη γη οι αδόλφοι
κατακερματίσαμε το αξιακό μας σύστημα
και νομίσαμε πως ο κόσμος χτίζεται στην ησυχία

όμως ειρήνη σημαίνει πόλεμος
ησυχία βρίσκεις μόνο μέσα στο φέρετρο

η ελευθερία είναι ανήσυχη
αλλιώς δεν θα ‘χε μέσα της το γράμμα ρο

αγαπώ το γράμμα ρο
γιατί με αφήνει να κυλάω
μου λειαίνει τις γωνίες
το γράμμα ρο είναι ο Δημιουργός της καμπύλης

–αν σας αγάπησε κάποιος άντρας για τις καμπύλες του κορμιού σας
να ευχαριστείτε το γράμμα ρο–

το ρο είναι το γράμμα της γυναίκας
το ταυ είναι το γράμμα του άντρα
–καθώς θυμίζει φαλλό καταλαβαίνουμε πως ο επιβήτορας του αλφάβητου είναι–

και δεν είναι τυχαίο που έτσι αρχίζει η λέξη Τροία

γιατί οι Ελένες και οι Περσεφόνες της παγκόσμιας Ιστορίας
δε γεννήσανε παιδιά
αλλά αρουραίους
που πριν κλειστούν στους υπονόμους
ήταν ελεύθεροι να κυκλοφορούν σαν άνθρωποι
και να τραγουδούν τις ζωές των μανάδων τους

όμως η ωμή αλήθεια πόναγε τον αστικό πολιτισμό
κι έτσι έσβησαν κάθε αναφορά στα τρωκτικά από τις σελίδες της Ιστορίας

κι έμειναν μόνες οι γυναίκες
κλεισμένες σε διαμερίσματα
στο περιστέρι
στο μπραχάμι
και στα άνω λιόσια
να αιμορραγούν κάθε μήνα
να ερωτεύονται κάθε μέρα
να ψαχουλεύουν τη μήτρα τους
μήπως απόμεινε πουθενά λίγη αλήθεια

και μη θαρρείς πως κατηγορώ τους άντρες
κάθε στρατιώτης που βρέθηκε με ένα σπαθί ορθό και ετοιμοπόλεμο
νόμισε πως θ’ αλλάξει τον κόσμο

και στο κάτω κάτω όσων ποτέ δε γράφτηκαν
ο κόσμος πάντα αλλάζει
μόλις το σπαθί συναντηθεί με τη μήτρα
μόλις το ταυ ενωθεί με το ρο
μόλις ο Πάρης αγαπήσει πάλι την Ελένη
μόλις η Κλυταιμνήστρα σκοτώσει το μέγα νικητή Αγαμέμνονα
και μόλις η Περσεφόνη για πάντα με το θεό του Αχέροντα δεθεί

και μόλις στρατηλάτες και αοιδοί
για πάντα το αποτύπωμά τους
στην παγκόσμια πανανθρώπινη Ιστορία απαρνηθούν

ο φόβος δε νικιέται από τον ήλιο
πέφτει μόνο σε ακούσια νάρκη
όπως ο εραστής θεός ναρκώνεται από τα χάδια της θνητής γυναίκας
που έδεσε ζωή και θάνατο
με τη δύναμη της αγάπης

ο φόβος δε νικιέται από τον ήλιο
πέφτει μόνο σε νάρκη
την περσεφόνεια νάρκη
   

*
   
εξ αφορμής μιας εικόνας
κυριακή μεσημέρι ζέστη νωχέλεια
Πακιστανοί που πίνουν αναψυκτικά κάθονται στα παγκάκια της πλατείας
χαμογελούν αφήνουν τον ήλιο να μπει μέσα τους
φτάνουν στο μέλλον με το νου
λησμονούν για λίγο το φόβο
ξεσκίζουν την άθλια λέξη μετανάστης
και ξεκινούν να χτίζουν εκεί
στο παγκάκι της πλατείας
τη νέα πανανθρώπινη χώρα
με σημαία μια κιθάρα
κι έμβλημα ένα μελαμψό χαμόγελο
   
   
     

Σάββατο 22 Μαρτίου 2014

Οι μνήμες στάχτες

Το μυαλό πήρε μια τέτοια μεγάλη φωτιά
Τόση που κούρεψα έτσι κοντά τα μαλλιά
  
(Σαν της κοπέλας που την κοιτά το αγόρι στα δεξιά)
Αναγκασμένος να ρίξω πάνω στο κεφάλι λίγη δροσιά
  
Παρ' όλα αυτά, ακόμη κι αν κάποτε σβήσει μια τόσο μεγάλη φωτιά
Πώς μπορούν να φύγουν τέτοιες στάχτες-μνήμες μέσα απ' την καρδιά;

   
Μ.Μ.
   
  

Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014

VENI, AMA-VI-CTUS SUM

   
ΤΡΕΙΣ ΛΕΞΕΙΣ ΤΡΙΓΥΡΙΖΟΥΝ στο μυαλό μου
το ταίριασμα των οποίων δεν μου ταιριάζει.
Αυτές είναι το VENI, το VIDI & το VICI.
Όλο μαζί αυτό μας κάνει: "VENI, VIDI, VICI".

   
(Πρόκειται για φράση του Ιούλιου Καίσαρα,
Ρωμαίου στρατηγού και ηγέτη, με την οποία
ανήγγειλε προς τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο
την πρόσφατη νίκη του εναντίον
του βασιλιά του Πόντου Φαρνάκη του Β'
σε μια μάχη που κάποτε έγινε κάπου στη Μ. Ασία.)

   
Η φράση, επίσης, χρησιμοποιείται για την αναφορά
σε γρήγορη και εύκολη επιτυχία.
Για παράδειγμα, λέει κάποιος σε κάποιον
για να περιγράψει μιαν ερωτική του κατάκτηση:
«ΉΡΘΑ στο μέρος της, ΕΙΔΑ το σώμα της, ΝΙΚΗΣΑ την καρδιά της».
Κοινώς: «Τη γάμησα»!

   
Είναι όμως και άλλη φράση
που μόλις έβγαλα από το νου μου
και νιώθω ότι, ναι, μου ταιριάζει.
Η φράση αυτή, αν κάποτε την είχε πει
ένας άλλος σπουδαίος ή μη Ρωμαίος,
– και όχι κάποιος που το μόνο που φέρει
από εκείνη την εποχή τη λατινική
είναι απλώς το όνομα –
θα γραφόταν κάπως έτσι:
"VENI, AMAVI, VICTUS SUM".
Ή έτσι: "VENI, AMA-VI-CTUS SUM".
Αυτό το δεύτερο το προτιμώ
γιατί έχει κάτι το αφασικό
και σπάει κάθε έννοια, λέξη και σκέψη.

     
VENI, AMA-VI-CTUS SUM
   
Έρχομαι, λοιπόν, τώρα
σαν άλλος Λατίνος αντ-εραστής
και εκστομώ: «ΉΡΘΑ στο μέρος σου,
ΑΓΑΠΗΣΑ τα μάτια σου, ΝΙΚΗΘΗΚΑ».
Κοινώς: «Γαμήθηκα»!

   
– Έτσι κι αλλιώς, Η αγάπη
γράφεται με ήτ(τ)α
!

Πώς αλλιώς;



Μ.Μ.

Γιώργος Ρόρρης, Γυμνή γυναίκα μπροστά στο καθρέφτη
  

Τρίτη 4 Μαρτίου 2014

ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΤΗΣ ΟΥΤΟΠΙΑΣ

     
I.  Όταν αποφασίσεις να μπεις σε ένα τρένο
για πας να συναντήσεις ένα πρόσωπο αγαπημένο
το νου σου, ταξιδιώτη, αν νιώθεις σε αυτό δοσμένος
ψυχή τε και σώματι μήπως κατά τη διαδρομή γίνεις ο άλλος
τη στιγμή που για τον άλλον αυτό απλώς δεν γίνεται.
Τότε η υλική σου ύπαρξη και η μορφή σου όλη
γίνεται υγρή κι ύστερα αέρας μέσα στο στόμα τού άλλου
που σε φιλά και τον ρουφάς που τον φιλάς και σε ρουφάει
κι ύστερα μπαίνεις ολόκληρος μέσα του και εκεί μένεις.
Από το σημείο εκείνο και μετά – που θα το έλεγε κανείς
σημείο μηδέν ή το σημείο χωρίς επιστροφή –

όσα τρένα και να πάρεις όσα χιλιόμετρα και να διασχίσεις
άθλιος μες την υπεροχή σου κι υπέροχος μες την αθλιότητά σου
μαζί με όλα τα φριχτά προτερήματα και γλυκά ελαττώματα που φέρεις
αυτό που μένει εντέλει για τον άλλον (στο λέει και το συνειδητοποιείς)
είναι ένα βάρος μαζί με κάποιον γδούπο να σε έχει μέσα του 

χωρίς καλά-καλά να το ξέρει ή να μην ξέρει τελικά αν το θέλει.
     
     
II.  Γι' αυτό όταν αποφασίσεις να μπεις σε ένα τρένο
για να πας να συναντήσεις ένα πρόσωπο που σε αγαπά
το νου σου, ταξιδιώτη, γιατί μπορεί κατά τη διαδρομή να βρέξει
και δίχως λόγο κι αφορμή εσύ να αρχίσεις να κλαις

με κάποιες σταγόνες που μπορεί να δεις να κρέμονται
κάνοντας δημόσιες σχέσεις με όλη τους την τεχνητή αρτιότητα
κι ύστερα να ανοίξεις το παράθυρο του τρένου
και τα δικά σου δάκρυα να χαθούν μες την βροχή και τον αέρα
σαν τις στιγμές που έζησες
είτε το θέλησες να γίνουν έτσι είτε όχι
μαζί με αυτό το πρόσωπο που τότε δεν θα είναι πια μαζί σου
αλλά θα έχει γίνει δάκρυ από το δάκρυ σου

μετά δάκρυα πολλά, ένα με τη βροχή και τον αέρα
για να εξαφανιστεί από προσώπου γης όπως θα σκουπίζεις το πρόσωπό σου
γιατί έτσι πρέπει να γίνει αν είναι να ξαναγεννηθεί ποτέ.
Και τότε θα είναι που ίσως νιώσεις τί σημαίνει
να είσαι ο άλλος τη στιγμή που για τον άλλον απλώς δεν είσαι.

   
  
III.  Εμένα πάντως για όλα αυτά και χωρίς τα τρένα μου αρέσουν –πολύ
γιατί μπαίνοντας σε αυτά και από τη στιγμή που θα βγω
άπαξ και αγαπώ δεν υπάρχω πια και τώρα το καταλαβαίνω
πως ακόμη κι αν σε αγαπώ και σε κουράζω με όλον αυτόν τον παραλογισμό
έξω από το σώμα σου δεν υπάρχω μακριά από το βλέμμα σου δεν βλέπω
και ίσως τελικά να μην έζησα ποτέ και να μην πρόκειται να ζήσω
παρά μόνο ως μια προβολή που κάποτε έκανε το τεράστιο μυαλό σου

όχι από ανάγκη, όχι από λύπη· μα από δύναμη και ομορφιά.
  
Μ.Μ.
    
Tears in Rain (Blade Runner)