Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2012

Αυτή η Φωνή


Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Πόνος
   
I. 
   
Αγόρι σε ένα κώμα 
   
Η μοναξιά τού Αγοριού

Νικόλας Άσιμος*Παύλος Σιδηρόπουλος*Κατερίνα Γώγου

Το σημείο ζωής 

Η ανακάλυψη του σημείου

II. 
   
Η ερημιά τού Αγοριού

Απόντες 

Η «δήλωση στο Σύμπαν»

III.

Τα βιβλία τής Κατερίνας

Ιδιώνυμο ή Το ξύλινο παλτό

Αίτημα φιλίας

Είμαι ελεύθερη ελεύθερη ελεύθερη

Η σύμπτωση(;)

IV.

Τα πρώτα μηνύματα

"Ας βυθιστούμε"

Τα πρώτα τηλεφωνήματα

V.

Ύστερα η θάλασσα

"Λατρεύω τη θάλασσα"...

Τα ποιήματα τής Κατερίνας στη θάλασσα

... Δεν έχουν σώμα/ γι' αυτό δεν έχουν λόγο/ έχουν όμως να πουν/ με ένα κύκλο φωτεινό/ σαν ήλιος;/ στο πρόσωπο/ σιωπηλά με παροτρύνουνε εγώ να μιλήσω.../ Οι άλλοι στα δωμάτια κάνουνε άχρηστα πράγματα/ τα δόντια κροταλίζουνε/ τα δείχνουν σα γελάνε/ Τώρα/ όλο και πιο συχνά έρχονται σπίτι μου/ όλο και πιο συχνά μιλάω μαζί τους/ όλο και πιο/ ασκούμαι στη σιωπή/ όλο και πιο...

Απαγγελίες σαν κι αυτή· στον αέρα, στο δάσος, στη θάλασσα

VI.

Τα μηνύματα –δηλαδή ποιήματα– δε σταματούν· όπως και τα όνειρα

... και γω, πως μου 'ρθε να γράψω ποιήματα ακόμα πιο πολύ δεν έχω τόπο να σταθώ και με το ίδιο παιδικό παράπονο κοτζάμ γυναίκα τώρα όλο να ντρέπομαι και πρέπει ακόμα να σκληρύνω και τώρα δεν έχω τι άλλο να πω σπάνε τα κομμάτια μας σαν αστραπές στον ουρανό και πάντα όλοι να μας διατάζουνε διαλυθείτε ησύχως όμως κι έτσι που μ' οξυγονοκολλήσανε δεμένη χειροπόδαρα σε τούτη τη ζωή σε τούτη την καρέκλα έτσι και της χώσω μια στον ουρανό –κοίτα ψηλά– θα πιάσει να βρέχει...

Η συγκίνηση: στο δεξί αυτί η θάλασσα· στο αριστερό Αυτή η Φωνή

VII.

Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου, την πείραζε ο Νικόλας Άσιμος. 

Αλλά κι εκείνη τον προειδοποιούσε: 

Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. 
Στο μυαλό είναι ο στόχος, 
το νου σου ε;

Και οι προειδοποιήσεις στέκουν εκεί και μας κοιτούν. Και συνεχίζουν:

Στην καρδιά είναι ο στόχος,
την αγάπη μας ε;
  
Και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα...
   
Μ.Μ.
    

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2012

Είμαι εσύ και αυτό που βλέπω είναι εγώ

    
οὔτοι συνέχθειν, ἀλλά συμφιλεῖν ἔφυν.
(Σοφοκλέους "Ἀντιγόνη", στ. 523)
   
- Είσαι η Προσωποποίηση τής Ομορφιάς στα μάτια μου. Στα μάτια σου βλέπω την Ομορφιά τού Σύμπαντος. Ολόκληρου. Ποιο Σύμπαν; Όλα τα Σύμπαντα μαζί!
- Εντάξει. Κι αν αυτή η Ομορφιά, που λες ότι υπάρχει και τη βλέπεις, χαθεί μια μέρα από το πρόσωπό μου; Κι αν η Ασχήμια αυτού του Κόσμου σβήσει όλα αυτά τα Σύμπαντα, στα οποία αναφέρεσαι, και μαζί με αυτά και τα μάτια μου;
- Τότε...
- Τότε;
- Δεν έχω Λόγο Ύπαρξης.
- Αλήθεια;
- Άμα σου λέω ψέματα, να πετρώσει η καρδιά μου. Εδώ. Και τώρα. Και για πάντα.
- Σταμάτα. Ψέματα έλεγα. Τελικά. Σε αγαπάω.
- Ζω. Να σε ακούω. Τη φωνή σου. Γι' αυτό.
- Μη σταματάς. Πονάω. Εκεί. Γι' αυτό.
- Η Αγάπη δε καθορίζεται από χωρο-χρονικές έννοιες, όπως: "εδώ", "εκεί", "πριν", "τώρα", "μετά". Υπήρχε. Υπάρχει. Θα υπάρχει. Εδώ. Εκεί. Παντού. Στο παρελθόν. Στο παρόν. Στο μέλλον. Από πάντα. Για πάντα. Και στα πάντα. Πάντα.
- Μη με αφήνεις. Μη με αφήσεις. Ποτέ.

- Είσαι η Προσωποποίηση τής Ομορφιάς στα μάτια μου. Είτε ζω. Είτε υπάρχω. Ή τίποτα από τα δυο. Δε σε αφήνω. Δεν πρόκειται να σε αφήσω. Ποτέ.
- Έτσι. Πάντα. Μαζί.
- Έτσι. Στο θάνατο. Και στη ζωή.
Δε γεννήθηκα για να μισώ, αλλά για ν' αγαπώ.
- Γι' αυτό. Σε αγαπάω. Μαζί σου έμαθα ν' αγαπώ. 
- Μη φύγεις. Μη φεύγεις.
- Όταν θα φύγω πιο μακριά από παντού...
- Τότε;
- Τότε θα βρίσκομαι πιο κοντά σου. 
Δε γεννήθηκα για να με μισώ, αλλά για να σε αγαπώ.
Είσαι η Προσωποποίηση τής Ομορφιάς στα μάτια μου. Και αν όλα στον κόσμο. Αν όλα στο Σύμπαν. Αν όλα τα Σύμπαντα μαζί. Αλλάξουν.
- Τι;
- Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει. Δεν αλλάζει. Σε βλέπω. Τώρα ναι! Βλέπω...
- Κλαίω! Είναι η πρώτη φορά. Ύστερα από καιρό. Που κλαίω. Βλέπεις; Κλαίω...
- Είσαι η Προσωποποίηση τής Ομορφιάς στα μάτια μου...
- Μάτια μου...
- Μάτια μου...
- ...
- ...
-
-
   
Μ.Μ.
    
  

Πεισίστρατος

M.C. Escher, Χέρι με αντανακλαστική σφαίρα

το υπερβολικό διήγημα [V]

Ο πόνος κι η δημιουργία είναι δυο μεγάλοι κύκλοι που τέμνονται.
– Πάσχον - Ποιοῦν!

*
 
Ο πόνος που ξεκίνησε από την αντίσταση της ύλης να γίνει κόσμος γίνεται πόνος της ύλης που παύει να είναι κόσμος πια.
*
 
Μια και δε μπόρεσα να γεννήσω ο ίδιος τον εαυτό μου, κάνω μια πράξη ισοδύναμη: τον καταστρέφω.

Γιώργος Χειμωνάς, «Πεισίστρατος»
 

Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2012

Ο Λόγος τής Αγάπης

   
- Quickly, Your Majesty, give him to me. The full moon is high in the sky, we can open the portal.
- Why is that in your hand?
- The portal will only open if we offer the blood of an innocent. Just a drop of blood. A pinprick, that's all. It's the final task. Hurry. You promised to obey me! Give me the boy!
- No! My brother stays with me.
- You would give up your sacred rights for this brat you barely know?
- Yes, I would.
- You would give up your throne for him? He who has caused such misery, such humiliation?
- Yes, I would.
- As you wish, Your Highness.


(El Laberinto del Fauno)
   
   
Και στην πέτρα έσταξε λίγο αίμα.
Και η πέτρα δάκρυσε και άνοιξε.
Και η πέτρα έγινε καρδιά.
Και η καρδιά αγάπη.

Ο Λόγος τής Αγάπης.

Και μέσα του έκλεισε
το αίμα
τον πόνο
τα δάκρυα.

Τα πάντα.

Και το αγόρι έζησε
– δυστυχισμένο – .
Και η Κόρη πέθανε
– ευτυχισμένη –.

Για πάντα.

M.M.
     

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2012

Το αποχαιρετιστήριο των R.E.M.


ΜΕΓΑΛΩΣΑ ακούγοντας τους R.E.M.
να μου κινούν τα μάτια 
ενώ κοιμόμουν

ΔΑΚΡΥΣΑ ακούγοντας το "Everybody Hurts"
να με ταξιδεύει στον πόνο 
ενώ φοβόμουν

*

ΛΥΠΑΜΑΙ ακούγοντας το τέλος μιας εποχής
-όχι του κόσμου, γιατί το νιώθω- 
όπως δε τη γνώρισα

ΧΑΙΡΟΜΑΙ ακούγοντας το μπλε του φεγγαριού
να τραγουδά με μια θηλυκιά φωνή
γυμνή σαν ηδονή

Μ.Μ.
    

Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2012

Η νεκρή βασίλισσα και η πηγή τής ζωής

   
Η ΝΕΚΡΗ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
   
Μια φορά κι έναν καιρό ήτανε κάτι αγόρια
που είχαν την εικόνα μιας Βασίλισσας μέσα στο μυαλό τους.
Κάθε αγόρι είχε τη δική του και πήγαινε όπου το πήγαινε
η εικόνα της Βασίλισσας που έπλαθε για τον εαυτό του.
Όπως πήγαιναν, λοιπόν, έρχονταν στιγμές
που άκουγαν μια φωνή μέσα τους να λέει:

Η Βασίλισσα είναι νεκρή, αγόρια
Και είναι τόσο μοναχικά πάνω σε ένα κλωνάρι δέντρου

Μα τα αγόρια συνέχιζαν την πορεία τους.
(Βλέπετε η εικόνα του μυαλού τους επικρατούσε
έναντι της φωνής που έβγαινε από μέσα τους.)
Σε ένα αγόρι όμως η εικόνα τής Βασίλισσας
άρχισε να ξεθωριάζει σιγά-σιγά.
Γιατί άρχιζε να συνειδητοποιεί δειλά-δειλά
ότι όσο περισσότερο επιθυμούσε να ακολουθεί τη Βασίλισσα
τόσο περισσότερο έφευγε από κοντά του.
Και η φωνή γινόταν ολοένα και πιο δυνατή μέσα του:

Η Βασίλισσα είναι νεκρή, αγόρια
Και είναι τόσο μοναχικά πάνω σε ένα κλωνάρι δέντρου

Μέχρι που το αδύνατο αγόρι μια μέρα κουράστηκε να ακολουθεί τα άλλα αγόρια
και τα άφησε να πάνε όπου ήθελαν να πάνε· μάλλον στο πουθενά.
Και το αγόρι ξάπλωσε να κοιμηθεί και κοιμήθηκε
και σχεδόν ναρκώθηκε από τον ύπνο· σα να έπεσε σε κώμα.
Και μέσα στον ύπνο του έβλεπε όνειρα. Άσχημα όνειρα.
Έβλεπε τον εαυτό του να κλαίει και να μονολογεί:

Κι έτσι, έλεγξα όλα τα εγγεγραμμένα ιστορικά γεγονότα
Και έπαθα σοκ από ντροπή ανακαλύπτοντας
Πως είμαι ο 18ος χλωμός απόγονος
Κάποιας γριάς βασίλισσας ή άλλης

Και τα όνειρα γίνονταν όλο και πιο εφιαλτικά.
Τόσο που το αγόρι δε μπορούσε μέσα στον βαθύ του ύπνο
να τα ξεχωρίσει από την πραγματικότητα.
Ένιωθε παγιδευμένο μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας
και δεν ήξερε σε ποια από τις δυο καταστάσεις βρισκόταν τελικά.
Και σε άλλα όνειρα έβλεπε πάλι να μονολογεί:

Έτσι, κατέρρευσα μέσα στο παλάτι
Με ένα σφουγγάρι κι ένα σκουριασμένο ξυράφι
Εκείνη είπε: «Έι, σε ξέρω, και δεν μπορείς να τραγουδήσεις»
Εκείνος είπε: «Αυτό δεν είναι τίποτα – θα έπρεπε να με ακούσεις να παίζω πιάνο»

Μέχρι που το αγόρι στον πιο βαθύ του ύπνο άκουσε ξαφνικά
αυτή τη φωνή που είχε ακούσει κι άλλοτε και το είχε πείσει
με έναν μυστήριο τρόπο να σταματήσει να ακολουθεί τα άλλα αγόρια.
Και η αλλόκοτη φωνή σα να του ψιθύρισε στον πιο βαθύ του ύπνο:

Μπορούμε να πάμε για έναν περίπατο εκεί όπου είναι ήσυχα και στεγνά
Και να μιλήσουμε για πολύτιμα πράγματα
Όπως η αγάπη και ο νόμος και η φτώχεια
Ω, αυτά είναι τα πράγματα που με σκοτώνουν
   
 
Η ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
 
Και το αγόρι, ξαφνικά, χάρη στη δύναμη της φωνής
άνοιξε τα μάτια του για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό.
Και είδε κάτι που δεν είχε ξαναδεί. Παρά μόνο το φανταζόταν.
Μια θηλυκιά αιθέρια μορφή, σχεδόν γυμνή, και πονεμένη
με ημισπασμένα ματωμένα φτερά να τον κοιτά με δυο μάτια
υπέροχα, ατίθασα, αγέρωχα, πανέμορφα, μα κάπως φοβισμένα.
Η Νεράιδα πήρε το αγόρι από το χέρι, το αγκάλιασε,
το φίλησε, χωρίς εκείνο να φοβηθεί ούτε στιγμή, και του είπε:

Μπορούμε να πάμε για έναν περίπατο εκεί όπου είναι ήσυχα και στεγνά
Και να μιλήσουμε για πολύτιμα πράγματα
Εκτός από τη βροχή που ισοπεδώνει τα φτερά μου...
Ω, αυτά είναι τα πράγματα που με σκοτώνουν 

Και η Νεράιδα οδήγησε το αγόρι μέσα σε ένα δάσος,
το σπίτι της, που άρχισε να το νιώθει και δικό του σπίτι.
"Ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων"· αυτό ήταν το όνομά του.
Και η Νεράιδα του μιλούσε με τα μάτια κι έλεγε:
«Αγόρι με το όμορφο πρόσωπο ήρθε η ώρα να σου πω μια ιστορία.
Κοίταξέ με βαθιά μέσα στα μάτια και πες μου δυο λόγια όμορφα, αληθινά,
να τα ακούσω –που τα έχω τόσο ανάγκη– και σου τη λέω:

Σε αυτόν τον κόσμο κάποτε δεν υπήρχανε βασίλισσες
και αφέντες να κυριαρχούν, να βιάζουν και να κυνηγάνε.
Παρά μόνο νεράιδες, με αληθινά φτερά, και άνθρωποι να τις αγαπάνε.
Και τα δάση, σαν αυτό που βλέπεις, ήταν άλλοτε πολύ πιο όμορφα
με ρίζες και κλαδιά και δέντρα που έφταναν μέχρι τον ουρανό.
Μα η εποχή των νεράιδων έφτανε στο τέλος της
και οι άνθρωποι σταμάτησαν σιγά-σιγά να τις τιμάνε.
Και άρχισαν να κόβουν ένα-ένα τα δέντρα τα ψηλά
και άρχισαν να σπάνε τα κλαδιά και τα κλωνάρια τα τρυφερά
μέχρι που η αγριότητα επικράτησε ολοκληρωτικά.
Και ήταν τότε που εμφανίστηκαν οι πρώτες βασίλισσες και οι πρώτοι αφεντάδες
και εξόρισαν όσες νεράιδες άντεξαν και απέμειναν σε αυτόν τον ρημαγμένο τόπο.
Και τους σπάσαν τα φτερά για να μη μπορούν να πετάνε ελεύθερες, όπως παλιά,
και τις έριξαν στο μαύρο χώμα. Να υποφέρουνε και να πονάνε.
Και από τότε, νεράιδες σαν και μένα, βαδίζουμε στα σκοτεινά
και ψάχνουμε για αγόρια που κάτι μέσα τους τα κάνει ακόμη να αγαπάνε.
Και τα βρίσκουμε τα αγόρια αυτά, σαν κι εσένα, τα βάζουμε στην αγκαλιά μας
τους δίνουμε λίγη ζωή ακόμα και μετά με όσα μπορούσαμε να τους πούμε
τα κάνουμε να προσπαθούν και να προχωρούν
κρατώντας για φυλαχτό τη φωνή των ματιών μας στην καρδιά τους.»

Και η Νεράιδα σταμάτησε να αφήγειται την ιστορία
και το αγόρι δάκρυσε και έκλαψε και την αγάπησε τη Νεράιδα,
όπως δε φανταζόταν ούτε γνώριζε ότι μπορούσε να αγαπήσει. Έτσι.
Και το αγόρι φίλησε τη Νεράιδα στο στόμα κι ύστερα εκείνη το χαιρέτησε
και χώθηκε ξανά βαθιά στο δάσος. Και το αγόρι αναρωτήθηκε:

Ω, αυτός ο κόσμος άλλαξε ή εγώ άλλαξα εαυτό;
Ω αυτός ο κόσμος άλλαξε, ή εγώ άλλαξα εαυτό;

Και το αγόρι προσπαθεί και προχωρά χωρίς άλλες βασίλισσες και κάθε λογής αφέντες,
κρατώντας τα μάτια της Νεράιδας στην καρδιά και μιλώντας πλέον με άλλον αέρα·
αυτόν που η πνοή της του έδωσε φιλώντας το στο στόμα.
Και το αγόρι τώρα πια μπορεί να διακρίνει καθαρά
πώς βασίλισσες πολλές μπορεί να βλέπει· μα ξέρει πως μέσα τους είναι όλες νεκρές.
Γιατί κάθε ζωντανή βασίλισσσα είναι νεκρή.
Ενώ κάθε σκοτωμένη νεράιδα είναι μια ρίζα.
Η ίδια η πηγή τής ζωής.
Και το αγόρι γυρίζει σε αυτόν τον ρημαγμένο τόπο αδιαφορώντας για τα αφεντικά
και αναζητώντας κορίτσια που κάθονται χαμηλά, αδύναμα, χλωμά και χτυπημένα.
Από βασίλισσες, βιαστές, κυνηγούς και κάθε λογής αφεντάδες.
Και το αγόρι, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί, ένα έχει να πει και το φωνάζει:

Η ζωή είναι μεγάλη, άμα είσαι μόνος.
Η ζωή είναι μεγάλη, άμα είσαι μόνος.
Η ζωή είναι μεγάλη, άμα είσαι μόνος.
Η ζωή είναι μεγάλη, άμα είσαι μόνος.

Όμως το αγόρι αυτό δε νιώθει άλλο μόνο.
Γιατί μπορεί να πονά, μπορεί να πολεμά, μπορεί και να χάνει·
όμως μέσα του βαθιά πάντα ξέρει και ποτέ δεν ξεχνά
πως, κάπου, σε ένα παρθένο ματωμένο δάσος υπάρχει η Νεράιδα
που γυρίζει γυρίζει γυρίζει γυρίζει μαζί με σκοτωμένους φίλους.
Και ξέρει πως κάποτε θα έρθει η στιγμή που θα ακούσει και πάλι εκείνη τη φωνή
να βγαίνει από τα σπλάχνα του και να τον κάλει να πάει να τη βρει
στο δάσος που τόσο πολύ αγαπά, όπως κι εκείνη.
Μόνο και μόνο για να μείνει κοντά της, να την κρατάει αγκαλιά και να της τραγουδά.

Σε μια άλλη εποχή που καμιά βασίλισσα, κανένας βιαστής, κανένας κυνηγός
και κανένας αφέντης δε θα έχουν πάνω τους την παραμικρή εξουσία.
Ούτε σε κείνον και πιο πολύ σε κείνη.
Αφού θα βρίσκονται μαζί. Αγκαλιά.
Δίχως ζωή. Και δίχως θάνατο.
Τίποτα να μη μπορεί και να μη τους χωρίζει.

Μ.Μ.
    

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2012

39 χτυπήματα στην αμνησία

    

«Παρά ένα τεσσαράκοντα». Η γνωστή φράση που παραπέμπει στην τιμωρία με μαστίγωμα που προβλεπόταν από τον Ιουδαϊκό νόμο ταιριάζει κάπως με την τωρινή επέτειο της εξέγερσης του Νοέμβρη του 1973, αφού φέτος συμπληρώνονται τριάντα εννέα κτυπήματα στην αμνησία, την παραπλάνηση, τον εφησυχασμό την πολιτικολογία και την εκμετάλλευση ενός γεγονότος που είναι μία από τις πλέον έντονες «στιγμές» στους αγώνες που πραγματοποίησαν οι εξουσιαζόμενοι του ελλαδικού χώρου.
   
Τραγική ειρωνεία! Κάποιοι αριστεροί και δημοκρατίζοντες προσπαθούν στη βάση της πολιτικής εκμετάλλευσης, αλλά και της παραπλάνησης, να επικαιροποιήσουν το σύνθημα: «Η χούντα δεν τελείωσε το 1973». Κι όμως, η χούντα τελείωσε, τότε. Μια μορφή διακυβέρνησης των ανθρώπων, που παραμένουν σκλαβωμένοι στα όρια του ελλαδικού χώρου, πήρε τέλος για να αντικατασταθεί με μια άλλη.

Το ότι η φετινή χρονιά συμπίπτει με τις χειρότερες συνθήκες σκλαβιάς για μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Ποιοι από όσους συμμετείχαν τότε σ’ αυτό το μεγαλειώδες γεγονός μπορούσαν να διανοηθούν ότι θα έρχονταν μέρες σαν κι αυτές που ζούμε; Αν υπήρχε η δυνατότητα γνώσης της πορείας που διανύθηκε, τότε θα είχαμε, κατά βάση, δύο στρατόπεδα σκέψης και δράσης.

Το ένα θα ακολουθούσε το δρόμο της απόσυρσης, ενώ το άλλο θα συμμετείχε σε κάθε περίπτωση στην εξέγερση. Στο δεύτερο κατατάσσονται τόσο αυτοί που θεωρούσαν πως στην κοινωνική εξέγερση δεν χωράνε απουσίες, όσο και εκείνοι που υστερόβουλα πρόσβλεπαν σε μελλοντικές αναδείξεις τους στο μουντό στερέωμα της πολιτικής και της οικονομίας. Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν οι πολλοί, αυτοί που ακόμα και σήμερα με την παρουσία, τα λόγια και τις πράξεις τους συνεχίζουν να προκαλούν μόλυνση στο περιβάλλον, αλλά και στη σκέψη των ανθρώπων που τυχαίνει να τους ακούν.

Είναι αυτοί που έχουν απλώσει τα δίκτυα τους σαν αράχνες: γιοι εφοπλιστών, τυχοδιώκτες που καλύφθηκαν πίσω από όλα τα αριστερά, κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά παραβάν προκειμένου να αναδειχτούν, συνομιλητές της δικτατορίας σε κάθε συγκρουσιακό γεγονός (Νομική 1973, Πολυτεχνείο Ιανουάριος 1973, Νοέμβριος 1973) παρόντες και τώρα στις μέρες της εξαθλίωσης. Άθλιοι μεταξύ αθλίων, υπάλληλοι της ευρωπαϊκής κυριαρχίας. Κάποιοι φανερά και ξεδιάντροπα, κάποιοι άλλοι στα μουλωχτά. Η συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μπουκωμένη με χρήμα, προνόμια και την ματαιοδοξία που προσφέρει η εξουσία σ’ αυτούς που την υπηρέτησαν για τα καλά.

«Θλιβερό παράδοξο», θα αναλογιζόταν κάποιος, «να παραχωρηθεί ο τίτλος των «αγωνιστών του Πολυτεχνείου» σε εκείνους που εναντιώθηκαν με ποικίλους τρόπους, σ’ αυτούς που σαμποτάρισαν και σ’ όσους διαστρέβλωσαν το περιεχόμενο της εξέγερσης του 1973». Κι όμως δεν είναι να απορεί κανείς. Οι εξουσιαστές γνωρίζουν πολύ καλά πως ο κρατισμός της αριστεράς είναι το πλέον κατάλληλο στήριγμα του συστήματος καταπίεσης κι εκμετάλλευσης, ειδικά σε περιόδους δύσκολες γι’ αυτούς.

Η «αλλαγή», η «μεταπολίτευση» ήταν τα συνηθισμένα δολώματα για να καθιερωθεί το καθεστώς που συνεχίζει να υπάρχει μέχρι σήμερα. Ας ονειροβατούν όσο θέλουν οι ανειδήμονες αριστεροί και κομμουνιστές, ας συνεχίζουν να εξαπατούν με τις διάφορες φανφάρες οι καθοδηγητές και οι στελεχωμένοι στους κομματικούς και υπόλοιπους καθεστωτικούς μηχανισμούς και θεσμούς του κράτους. Ο καθοδηγητές τους ξέρουν την αλήθεια. Όλοι μαζί, όμως έχουν κοινά συμφέροντα.
   
Και, για να μην ξεχνιόμαστε. Αυτοί που κατέκλυσαν με τα κομματικά τους στελέχη και μέλη τούς θεσμούς και μηχανισμούς του κράτους, το στρατό, την αστυνομία, το δικαστικό σώμα, τη βουλή, τις μυστικές υπηρεσίες, τα υπουργεία και όλες τις κρατικές υπηρεσίες και οργανισμούς τόλμησαν τότε και τολμούν να μιλούν μέχρι και σήμερα για παρακράτος και προβοκάτορες. Ουαί υμίν, γραμματείς και φαρισαίοι υποκριταί!

Έχουν γραφτεί τόσα πολλά σε σχέση με αυτό το γεγονός της «μεταπολίτευσης», της «αλλαγής» και με τα όσα διαπλέκεται, που πολλές φορές όταν προσπαθεί κάποιος να αναφερθεί σ’ αυτά έχει την αίσθηση ότι δεν έχει να πει σχεδόν τίποτε.

Αλλά αυτό συμβαίνει μόνο στην αρχή. Έπειτα έρχονται διάφορες σκέψεις, εμπειρίες, πρόσωπα και γεγονότα και είναι τότε που δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις και ίσως όταν ξεκινήσεις δεν ξέρεις πώς να σταματήσεις.

Αλήθεια, για ποιο από όλα να γίνει αναφορά;

Για τους αγωνιστές και τους «αγωνιστές», για τους εξουσιαστές, για τους κρατούντες, για επαναστάτες και αντεπαναστάτες, για κομμουνιστές και αριστερούς, για δημοκράτες και χουντικούς, για πατριώτες και απάτριδες, για αναρχικούς και αναρχούμενους, για το ελλαδικό και το κυπριακό πρόβλημα, για την διπλή επιδρομή του τουρκικού κράτους στην Κύπρο που είχε σαν αποτέλεσμα την κατάληψη του ενός τρίτου του νησιού, που ήταν το αντίτιμο για την επαναφορά στην διαχείριση του ελλαδικού κράτους από τον Καραμανλή τον πρεσβύτερο και όλη την ακολουθία των πολιτικών και οικονομικών παραγόντων που λυμαίνονται μέχρι σήμερα τη ζωή των ανθρώπων μαζί με τους «χουντικούς»; Για ποιο απ’ όλα τέλος πάντων;

Ποιος από τους «πρωταγωνιστές» και μη, θυμάται πραγματικά αυτό που έγινε και κυρίως το πώς έγινε; Ο χρόνος και τα συμφέροντα (ατομικά και πολιτικά) έχουν αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμό τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και στο ψευδεπίγραφο. Ακόμα και ο τρόπος που γίνονται οι περιγραφές έχει μια μονότονη και σε πολλές περιπτώσεις απωθητική χροιά. Η θέρμη, ο ενθουσιασμός, το πάθος έχουν πάει περίπατο. Αλλά κι όταν εκδηλωνόταν τότε, από τους «πρωταγωνιστές», σε ποιο βαθμό, άραγε ήταν πηγαία και σε ποιο ήταν μια μάσκα χρήσιμη για να παιχτεί το πολιτικό θέατρο;

Δεν έχει και τόση σημασία, πλέον.

Αυτό, πάντως, που διακρίνεται στα όσα λέγονται για το Νοέμβρη του 1973 είναι πως η σημασία της εξέγερσης είναι πολύπλευρη παρά το ότι της δόθηκε μια μονοδιάστατη εκδοχή κυρίως από τους αριστερούς. Από αυτούς δηλαδή που καρπώθηκαν οφέλη χάρη στην «μεγαλοψυχία» του κράτους. Κι όπως είπαμε, δεν υπήρξαν από την πλευρά τους αχάριστοι. Στήριξαν τον κρατισμό σ’ όλες τις δεκαετίες που προηγήθηκαν και συνεχίζουν να τον στηρίζουν. Πόσο τυχαίο ήταν το γεγονός ότι σε πολύ σύντομο διάστημα παραδόθηκαν τα ηνία της διαχείρισης του κράτους στην αριστερά (ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και λοιπές αριστερές δυνάμεις); Όσο «τυχαία» ήταν και η βιαστική παράδοση της διαχείρισης του κράτους από τον Καραμανλή τον νεώτερο το 2009. Και οι χειραγωγούμενοι, οι ψηφοφόροι, έσπευσαν να αναδείξουν εκλογικά και πάλι το ΠΑΣΟΚ. Για να καταποντίσει ένα μέρος από αυτούς (μαζί με πολλά άλλα κομμάτια του πληθυσμού) στην εξαθλίωση, στην απόγνωση και τις αυτοκτονίες. Θα μπορούσε να γίνει κάτι διαφορετικό αν δεν ψήφιζαν; Η απάντηση γίνεται θετική από τη στιγμή που η απομάκρυνση από τα κόμματα και τους ψηφοσυλλέκτες θα ήταν ένα βήμα για αλλαγή πορείας και μια στάση ζωής διαφορετική από αυτή που ορίζει το κάθε κομμάτι της εξουσίας (αριστερό, κομμουνιστικό, σοσιαλιστικό ή δεξιό).

Αρκεί απλά να αναρωτηθεί ο καθένας: Θα μπορούσε να «προκύψει» η σημερινή κατάσταση αν δεν είχε παραχωρηθεί η εξέγερση του Πολυτεχνείου στην αριστερά; Θα γινόντουσαν όλες αυτές οι πολύχρονες διαδικασίες ενοποίησης των πολιτικών κατευθύνσεων ανάμεσα στις αριστερές, κομμουνιστικές, δεξιές, σοσιαλιστικές τάσεις της εξουσίας του ελλαδικού χώρου αν δεν είχαν δοθεί από όλες τις πλευρές οι έμπρακτες διαβεβαιώσεις με διάρκεια και επιμονή για την υπεράσπιση του καθεστώτος και για τους κοινούς προσανατολισμούς σ’ ό,τι αφορά την ενοποίηση της κυριαρχίας; Θα μπορούσαν να μαντρωθούν τόσα εκατομμύρια άνθρωποι του μόχθου –αλλά και πολλοί άλλοι εκτός από αυτούς– στους διάφορους συνδικαλιστικούς και πολιτικούς μηχανισμούς χωρίς να έχει λόγο η αριστερά; Εννοείται πως όχι.

Τα γεγονότα και οι παράγοντες που συντέλεσαν στην λεγόμενη μεταπολίτευση είναι, λίγο ως πολύ, γνωστά, όπως και το πώς πραγματοποιήθηκε αυτή. Παραμένουν στο σκοτάδι τα όσα προηγήθηκαν. Αυτός είναι ο λόγος που μυθοποιήθηκαν πρόσωπα (εθνάρχης, «αγωνιστές») ενώ αποσιωπήθηκαν γεγονότα και καταστάσεις προκειμένου να παραμείνει αφανής η αλήθεια πάνω σε ζητήματα όπως η κατάληψη του 1/3 της Κύπρου από το τουρκικό κράτος. Όσο κι αν φανεί παράξενο σε αρκετούς, τα γεγονότα αποδεικνύουν πως και οι εξουσιαστές αξιοποίησαν με τους δικούς τους τρόπους τα εξεγερτικά γεγονότα που έγιναν το Νοέμβριο του 1973. Ο Καραμανλής ο πρεσβύτερος, ως γνωστόν, σχεδόν γονατιστός παρακαλούσε με διάφορα μνημόνια τους δικτάτορες να του δοθεί η εξουσία ώστε να γίνει το πέρασμα στη μεταπολίτευση, υποσχόμενος να παραμερίσει τους «παρηκμασμένους» πολιτικούς του παρελθόντος, αναγνωρίζοντας το «εθνοσωτήριο έργο της επανάστασης».

Οι «παρηκμασμένοι» είναι αυτοί με τους οποίους στη συνέχεια σχημάτισε κυβέρνηση εθνικής ενότητας, όταν το δικτατορικό καθεστώς κατέρρευσε κάτω από το κτύπημα της κοινωνικής εξέγερσης αλλά και από τη συνωμοσία ανάμεσα στους «παρηκμασμένους» πολιτικούς και τους επικεφαλής του στρατού, με τις ευλογίες των ΗΠΑ.

Τριάντα εννέα κτυπήματα στη λήθη. Χρόνο το χρόνο, παρά την διαρκώς αυξανόμενη καταστολή αντιμετωπίσαμε το κύμα της λήθης και της διαστρέβλωσης κόντρα στο κράτος, κόντρα στις λογικές της υπεκφυγής. Επειδή αυτές υπήρχαν όλο αυτό το διάστημα. Εκφράστηκαν μέσα από μια αναρχιστική, αναρχούμενη και αριστεροαυτόνομη θέση και πρακτική, παραδίδοντας την εξέγερση –και τις δυνατότητες που παρουσιάζονταν σε κάθε επέτειο– βορά στους αριστερούς και δεξιούς εξουσιαστές με διάφορα ιδεολογήματα του τύπου «Το πολυτεχνείο ανήκει στη Δημοκρατία, στους αστούς, στην εξουσία κ.λπ.». Αυτοί που πολεμούσαν κάθε προσπάθεια απεμπλοκής του αναρχισμού από τις εξουσιαστικές λογικές, τις απόψεις και πρακτικές, κάθε προσπάθεια να γίνει ξεκάθαρη και να αναδειχθεί η αναρχική στάση και πρακτική, ξαφνικά έβαζαν ζήτημα «καθαρότητας». Μοιάζει με την στάση του ΚΚΕ που μετά από ένα σωρό ελιγμούς, όταν ξεμπροστιάζεται η πολιτική του, τότε κάνει αναφορά σε «θέσεις» και αρχές, όπως η περίφημη αξίωση του για συμφωνία με τα υπόλοιπα αριστερά κόμματα στο ζήτημα της αποχώρησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για να σχηματίσει μαζί τους κυβέρνηση.

Παρ’ όλα αυτά, μια χούφτα αμετανόητοι συνέχισαν και εξακολουθούν να δίνουν κτυπήματα ενάντια στη λήθη και την διαστρέβλωση, αναδεικνύοντας την κοινωνική-ανατρεπτική τάση που υπήρχε στην εξέγερση του 1973. Διατηρώντας άσβεστη τη φλόγα.

Αυτά τα κτυπήματα ανέδειξαν δύο κορυφαίες στιγμές σ’ αυτή την μακρόχρονη πορεία: τα συγκρουσιακά γεγονότα του 1985 με αφορμή την δολοφονία του Μιχάλη Καλτεζά και την εξέγερση του 1995, με την κατάληψη του Πολυτεχνείου από χιλιάδες ανθρώπους, ανήμερα της 22ης επετείου.

Φέτος συμπληρώνουμε 39 κτυπήματα.

Και συνεχίζουμε…

Θέλω να προσευχηθώ
με την ίδια δύναμη
που θέλω να βλαστημήσω
 
Θέλω να τιμωρήσω
με την ίδια δύναμη
που θέλω να συγχωρήσω
 
Θέλω να προσφέρω
με την ίδια δύναμη
που ήθελα στο ξεκίνημα
 
Θέλω να νικήσω
αφού δεν μπορώ να νικηθώ
 
                        Αλέκος Παναγούλης
Αναρχική Αρχειοθήκη
   

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Η αγάπη δεν τσ' αφήνει

Τα μήλα τής Αρετούσας
         
[ ΠΡΟΣΩΠΟ οπού μιλεί: Ερωτόκριτος. (Α 2039-2042) ]
 
Πάντα η γυναίκα ανερωτά και πεθυμά ν' ακούση
πως όλοι τήνε ρέγουνται κι όλοι την αγαπούσι
κι ουδέ μανίζει ουδέ γρινιά, αμέ πολλά τσ' αρέσει
όλοι, μεγάλοι και μικροί, όμορφη να τη λέσι·

[ ΠΟΙΗΤΗΣ: (Α 2085-2088, 2139-2142, 2153-2156, 2187-2190, 2195-2198) ]

εχλώμιανε κ' εκρύγιανε, την ίδιαν ώρα πάλι
εξάψα, εξεκοκκίνισαν τα πλουμισμένα κάλλη·
ανοίγαν κ' εσφαλίζασι τα φύλλα τής καρδιάς της
και με την πρίκαν ήτονε συγκεραστή η χαρά της.
[...]
Εγνώρισε στα μάτια της τον πόνο τής καρδιάς της
κ' εις τη χλωμάδα την πολλή κ' εις την αδυναμιά της·
το πράμα πλιό δεν είν' κρυφό στον ένα κ' εις τον άλλο,
γιατί εγνωρίσασι κ' οι δυο πως προπατού ένα ζάλο.
[...]
Εκρουφοαναντρανίζασι κ' εκρουφοσυντηρούσα·
γέλιο δε δείχνει ο γεις τ' άλλου μηδέ ποτέ εμιλούσα·
εδέτσι επέρναν ο καιρός· τα μάτια ήσανε μόνο,
που εμολογούσαν τση καρδιάς τα πάθη και τον πόνο.
[...]
Όποιοι αγαπούσι καρδιακά παρηγοριά μεγάλη
παίρνου να βλέπουν εις τ' αλλού των ομματιών τα κάλλη·
χαίρουνται, αναγαλλιούσινε με τη θωριάν εκείνη
κι α θέλου να στραφούν κι αλλού, η αγάπη δεν τσ' αφήνει·
[...]
Μην το κρατήτε για πολύ, μην το θαμάζεστ' όλοι,
τούτες οι τέχνες βρίσκουνται σ' τση φύσης το περβόλι·
κ' εις πράματα πολλώ λογιώ, που άνθρωπος δεν κατέχει
κι ουδ' ήπραξε μηδ' είδε τα, μάθηση η φύσις έχει.
 
[ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...]
   

Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2012

ΦΑΝΤΑΣΟΥ…

    
You may say that I'm a dreamer 
But I'm not the only one 
I hope someday you'll join us 
And the world will live as one

   
   
ΑΣ ΥΠΟΘΕΣΟΥΜΕ ΟΤΙ δε θα ζούσες στον εκβιομηχανισμένο κόσμο παραγωγής τσιμέντου, χρήματος και διασκέδασης, στον οποίο ορίστηκες να ζεις.

Ας υποθέσουμε ότι θα ζούσες σε έναν κόσμο περίπου σαν τον αρχαίο, κυρίως γεωργικό, μα χωρίς το "κράτος" (το όποιο "κράτος") του ανθρώπου πάνω σε άνθρωπο.

Ας υποθέσουμε ότι θα έμενες σε μια περιοχή σαν την αρχαία Αθήνα, τότε που τα ποτάμια δεν ήταν μπαζωμένα και τα βουνά ήταν γεμάτα δέντρα.

ΤΙ ΘΑ ΕΚΑΝΕΣ τότε; Αφού θα εξασφάλιζες τα αναγκαία για τη στέγαση και τη σίτισή σου –και όχι περισσότερα από αυτά, γιατί δε θα σου χρειάζονταν πραγματικά– θα ασχολιόσουν ως επί το πλείστον με τα εξής:
 
Πρωί προς μεσημέρι, θα επισκεπτόσουν μια αρχαία βιβλιοθήκη (μικρογραφία τής μεγίστης βιβλιοθήκης τής αρχαίας Αλεξάνδρειας, προτού καταστραφεί), θα δανειζόσουν ένα βιβλίο με τίτλο «Περί φύσεως», «Περί ψυχής», ή κάτι παρόμοιο (χωρίς να το "αγοράσεις" ή να στο "πουλήσει" κάποιος) και θα πήγαινες σε ένα ήσυχο μέρος για να διαβάσεις και να στοχαστείς.
 
Μεσημέρι προς απόγευμα, κατά τη Δύση, θα έπαιρνες από το χέρι ένα όμορφο Κορίτσι (φυσικά όμορφο: χωρίς τακούνια και βαψίματα και "σέξι" εσώρουχα!), θα πηγαίνατε σε μια ρεματιά όπου θα κάνατε έρωτα κι ύστερα θα καθόσασταν κάτω από τη σκιά ενός δέντρου για να απολαύσετε τον Ήλιο, καθώς θα υποκλινόταν στη μητέρα-Νύχτα.
 
Τέλος, νύχτα προς ξημέρωμα, όποτε δε θα είχες ύπνο, θα παρακολουθούσες τις κινήσεις των άστρων στο θόλο του πατέρα-Ουρανού και θα αναρωτιόσουν μήπως άραγε κατέβηκες από αυτά· κι αν ναι, από ποιο συγκεκριμένα.

ΤΡΕΙΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ τρεις μονάχα πράξεις ίσως σου έδιναν την ευτυχία που θα ήθελες αλλά δεν έχεις. Κι αφού δεν την έχεις απλώς τη φαντάζεσαι. 

Γιατί η φαντασία η ίδια είναι ο κόσμος του φωτός. Ο κόσμος φτιάχτηκε από αυτήν κι όμως ο κόσμος δεν μπορεί να την καταλάβει. Κι αυτό γιατί η φαντασία δεν είναι τίποτε άλλο από μια εκδήλωση αγάπης και είναι η αγάπη και η ικανότητα για αγάπη που ξεχωρίζει το ένα ανθρώπινο πλάσμα απ' το άλλο. (Oscar Wilde, «De Profundis»)

Γι’ αυτό, λοιπόν, αν δε σου έμεινε τίποτε άλλο, απλώς, φαντάσου…

Μ.Μ.
     

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Θα σε δω στο αστέρι μου

    
Μπαίνω σπίτι στα σκαστά. Στέλνω μήνυμα να της πω ότι κατηφορίζω. Νιώθω ότι θα μου λείψει που δεν θα 'ναι δίπλα μου. Να της κρατάω το χέρι σε κάθε κρότο. Αρπάζω το φουλάρι της απ' τη ντουλάπα και το τυλίγω στον λαιμό...

   
«Μου αρέσει έτσι όπως κρατιούνται».

        
Από το κέντρο
λείπουν
το δίπλα - το χέρι - το φουλάρι

Λείπουν
ακόμη
η παρέα - η Βουλή - το νόημα

Μα πιο πολύ
λείπουν
το περπάτημα - το χαμόγελο - ο έρωτας

Όπως από το lⒶve
λείπει
το Ⓐ

Και τη θέση του
έχει καταλάβει
το Ο – αυτή η τρύπα

*

Δεν έχω κέντρο
για να πάω στις πορείες
στο κέντρο

Δεν έχω μυρωδιά
για να βάλω μπρος
και να κατηφορίσω

Και μένει μόνο
το άρωμα από τις μολότοφ
και τα χημικά

Και μένουν μόνο
οι βροχές να πέφτουν
θλιβερές εδώ

Κι οι άνθρωποι
δε μπορούν
ούτε ακούνε

*

 Ένα-δυο μόνο που ξέρω ότι έχω
και μένουν είναι ο τρόπος
να χτυπά μια καρδιά –

Με τον δικό μου λόγο για όρκο
που παίρνει τροφή
 από τη δική σου φωνή

Και έχει
τη δική σου
ψυχή για ζωή –

Και ο τρόπος να κοιτάζουν
δυο μάτια δακρυσμένα
ένα αστέρι εκεί ψηλά
 
Θα σε δω στο αστέρι μου
  
Μ.Μ.
    

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

Αθήνα, 7/11/2012

   

But now the rains weep o’er his hall,
with no one there to hear.
Yes now the rains weep o’er his hall,
and not a soul to hear.*

Τώρα όμως, οι βροχές πέφτουν θλιβερές εδώ
Και κανείς να τις ακούσει δεν μπορεί.
Ναι, τώρα οι βροχές πέφτουν θλιβερές εδώ
Και ψυχή δεν τις ακούει.
   
_____________
   
* Από το τραγούδι The Rains of Castamere
    

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Τ' αστέρια θα 'ναι πάντα μακριά

    
Η απόλαυση είναι για το όμορφο σώμα, ο πόνος όμως είναι για την όμορφη ψυχή. 

– Oscar Wilde, «De Profundis»
   
   
Υπάρχουν άνθρωποι που δε θέλουν να είναι δακρυσμένοι
Δε θέλουν να τους βλέπουν οι άλλοι δακρυσμένους
Δε θέλουν να κάνουν τους άλλους να δακρύζουν
Όμως γεννιούνται με δακρυσμένες ψυχές

 
Μ.Μ.
        

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2012

Με χαλασμένα τα μάτια...


     “Τὰς δὲ δὴ σκιὰς ἐκείνας πάλιν εἰ δέοι αὐτὸν γνωματεύοντα διαμιλλᾶσθαι τοῖς ἀεὶ δεσμώταις ἐκείνοις, ἐν ᾧ ἀμβλυώττει, πρὶν καταστῆναι τὰ ὄμματα, οὗτος δ᾽ ὁ χρόνος μὴ πάνυ ὀλίγος εἴη τῆς συνηθείας, ἆρ᾽ οὐ γέλωτ᾽ ἂν παράσχοι, καὶ λέγοιτο ἂν περὶ αὐτοῦ ὡς ἀναβὰς ἄνω διεφθαρμένος ἥκει τὰ ὄμματα, καὶ ὅτι οὐκ ἄξιον οὐδὲ πειρᾶσθαι ἄνω ἰέναι; καὶ τὸν ἐπιχειροῦντα λύειν τε καὶ ἀνάγειν, εἴ πως ἐν ταῖς χερσὶ δύναιντο λαβεῖν καὶ ἀποκτείνειν, ἀποκτεινύναι ἄν;
     Σφόδρα γ᾽, ἔφη.”

[ (ΣΩΚΡΑΤΗΣ:) Κι αν υποχρεωθεί λοιπόν αυτός ο άνθρωπος να λέει τη γνώμη του για κείνες τις σκιές που διαβαίνουν και να διαγωνιστεί μ’ εκείνους που δεν έπαυσαν ποτέ να είναι δεσμώτες, όσο τον ταλανίζει το πρόβλημα που θα έχει στα μάτια του, πριν αυτά εξοικειωθούν (κι ο χρόνος αυτής της εξοικείωσης δε θα είναι και τόσο λίγος), δε θα προξενούσε λοιπόν τα γέλια και δε θα ΄λεγαν γι’ αυτόν ότι, με το ν’ ανέβει εκεί πάνω να ‘τον που γύρισε με χαλασμένα τα μάτια, κι ότι δεν αξίζει καν τον κόπο να επιχειρήσει κανείς την ανάβαση εκεί ψηλά· και, αν με κάποιο τρόπο μπορούσαν να βάλουν στο χέρι τους και να σκοτώσουν όποιον θα επιχειρούσε να τους λύσει απ’ τα δεσμά τους και να τους οδηγήσει επάνω, στο φως, δε θα ήταν ικανοί να τον σκοτώσουν.
(ΓΛΑΥΚΩΝ:) Χωρίς άλλο, είπε. ]


Πλάτων, «Πολιτεία», 516e-517a