ΜΊΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ένα καιρό ήταν ένα κορίτσι. Ας το πούμε Εγωγούλα. Και ένα αγόρι. Ας το πούμε Ανιδιοτέλη. Η Εγωγούλα ζούσε σε ένα μικρό σπίτι με κήπο, στον οποίο καλλιεργούσε μια λευκή τριανταφυλλιά. Ο Ανιδιοτέλης ζούσε σε ένα μικρό σπίτι με κήπο, στον οποίο καλλιεργούσε μια κόκκινη τριανταφυλλιά.
Η Εγωγούλα και ο Ανιδιοτέλης πήγαιναν συχνά για ψάρεμα μαζί. Έτσι, κάνανε παρέα. Δεν έλεγαν, όμως, ποτέ ο ένας στον άλλο ότι ένιωθαν φίλοι. Πήγαιναν απλώς. Μαζί.
Μα ακόμη κι όταν δε πήγαιναν για ψάρεμα παρέα. Ήταν σα να ψάρευαν μαζί.
*
ΜΙΑ ΜΕΡΑ Η Εγωγούλα πηγαίνει στο σπίτι του Ανιδιοτέλη. Τού ζητάει να της δώσει ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Ο Ανιδιοτέλης τής προσφέρει, μετά χαράς, το κόκκινο τριαντάφυλλο. Το επιθυμούσαν. Και οι δυο.
Εκείνη η μέρα. Ήτανε μέρα όμορφη.
Όμορφη μέρα
Μες τη δροσιά σου
Χαμογελούν τα λόγια μου
Η αγάπη παίρνει τα τραγούδια
Όμορφη μέρα
Μες τη δροσιά σου
Ξεχάστηκα
Ξεχάστηκα
*
[ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου